Πέμπτη 25 Δεκεμβρίου 2014

Χριστουγεννιάτικη Ἐγκύκλιος Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καὶ Κονίτσης κ.κ. Ἀνδρέου








Νύκτα  Χριστουγέννων 2014
Ἐν τῷ Ἱερῷ Ἐπισκοπείῳ
Ἀριθ.  Πρωτ. 107


ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ   177ῃ

ΘΕΜΑ: «Δεῦτε ἴδωμεν, πιστοί, ποῦ ἐγεννήθη ὁ Χριστός...».

            Ἀγαπητοί μου Χριστιανοί,
-Α-
            Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία γιορτάζει καὶ πανηγυρίζει τὴν Γέννηση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καὶ διὰ τοῦ ἱεροῦ ὑμνογράφου μᾶς καλεῖ νὰ πᾶμε καὶ νὰ δοῦμε ποῦ ἐγεννήθη ὁ Χριστός. Μὲ ὅλα δὲ τὰ τροπάρια καὶ τὰ ἀναγνώσματα τῆς θαυμάσιας Χριστουγεννιάτικης Ἀκολουθίας γίνεται φανερό, ὅτι «ὡς γέγραπται, Χριστὸς ἐτέχθη ἐκ τῆς Παρθένου ἐν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας». Οἱ ἱεροὶ Εὐαγγελιστὲς Ματθαῖος καὶ Λουκᾶς μᾶς παρουσιάζουν μὲ πολλὴ ἁπλότητα ἀρκετὰ ἀπὸ τὰ περιστατικὰ τῆς Γεννήσεως.
            Ἔτσι, ὁ ἱερὸς Ματθαῖος μᾶς πληροφορεῖ γιὰ τοὺς δισταγμοὺς τοῦ μνήστορος  Ἰωσήφ, ὅταν ἀντελήφθη ὅτι ἡ Παρθένος Μαριὰμ ἦταν ἔγκυος. Ὅμως ὁ Θεός, ποὺ ἐγνώριζε τὴν ταπείνωση καὶ τὴν ἀγαθὴ προαίρεση τοῦ ἀνδρός, τοῦ ἔδωσε ἐντολὴ ὄχι μόνο νὰ μὴ τὴν διώξη κρυφά, ὅπως σχεδίαζε, γιὰ νὰ μὴ τὴν διαπομπεύσῃ, ἀλλὰ τοῦ εἶπε, διὰ τοῦ ἀγγέλου, «κατ’ ὄναρ», «μὴ φοβηθῇς παραλαβεῖν Μαριὰμ τὴν γυναῖκά σου · τὸ γὰρ ἐν αὐτῇ γεννηθὲν ἐκ Πνεύματός ἐστιν Ἁγίου · τέξεται δὲ υἱὸν καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν · αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν» (Ματθ. α΄ 19-21). Τὸ παιδί, δηλαδή, ποὺ κυοφορεῖ ἡ Μαριὰμ συνελήφθη μὲ τὴν ἐπενέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Κι’ ὅταν γεννηθῇ θὰ τὸ ὀνομάσῃς Ἰησοῦν - λέξη ἑβραϊκὴ ποὺ ὅταν μεταφρασθῇ στὰ Ἑλληνικὰ σημαίνει αὐτὸν ποὺ σώζει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία τοὺς ἀνθρώπους.
-Β-
            Ὁ ἱερὸς Λουκᾶς μᾶς ἱστορεῖ τὰ περιστατικὰ τῆς Γεννήσεως : Ὁ αὐτοκράτορας τῆς Ρώμης Ὀκταβιανὸς Αὔγουστος ἐξέδωσε διάταγμα, ποὺ ὑποχρέωνε ὅλους τοὺς κατοίκους τῆς ἀπέραντης Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας νὰ ἀπογραφοῦν, ἀλλὰ ὁ καθένας στὴν ἰδιαίτερη πατρίδα του. Ἔτσι καὶ ὁ Ἰωσὴφ ξεκίνησε ἀπὸ τὴν Ναζαρέτ, ὅπου διέμενε, γιὰ τὴν Βηθλεὲμ, «διὰ τὸ εἶναι αὐτὸν ἐξ οἴκου καὶ πατριᾶς Δαυΐδ» (Λουκᾶ β΄ 1-4). Μαζί του ἐπῆρε καὶ τὴν Μαριάμ, ποὺ ἦταν ἑτοιμόγεννη. Ἀλλά, ὅταν μετὰ ἀπὸ ἀρκετὰ κοπιαστικὸ ταξίδι φθάσανε στὴν Βηθλεέμ, «οὐκ ἦν αὐτοῖς τόπος ἐν τῷ καταλύματι», δὲν βρέθηκε οὔτε μιὰ μικρὴ γωνιὰ στὸ πανδοχεῖο, ὥστε ἀναγκάστηκαν νὰ καταφύγουν στὸ σπήλαιο, ὅπου σταβλίζονταν τὰ ζῶα, μέσα στὴν βρωμιὰ καὶ τὶς ἄσχημες ἀναθυμιάσεις. Ἐκεῖ ἀκριβῶς ἡ Μαριὰμ «ἔτεκε τὸν υἱὸν αὐτῆς τὸν πρωτότοκον..., καὶ ἀνέκλινεν αὐτὸν ἐν τῇ φάτνῃ» (Λουκᾶ β΄ 5-7). Τὸ παχνὶ τῶν ἀλόγων ζώων, αὐτὸ ἦταν τὸ κρεββατάκι τοῦ μικροῦ Ἰησοῦ !
-Γ-
            Στὴν συνέχει ὁ Λουκᾶς μᾶς περιγράφει τὴν ἐμφάνιση τῆς οὐράνιας στρατιᾶς  τῶν ἁγίων Ἀγγέλων, ποὺ ἔψαλλαν «δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία», ἐνῷ ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς ἔφερε στοὺς τσοπάνηδες ποὺ φύλαγαν τὴν νύχτα  τὰ πρόβατά τους, τὸ μήνυμα «ὅτι ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον σωτήρ, ὅς ἐστι Χριστὸς Κύριος, ἐν πόλει Δαυΐδ». Τοὺς εἶπε ἀκόμη ὅτι δὲν θὰ τὸν ἀναζητήσουν στὰ βασιλικὰ ἀνάκτορα οὔτε στὰ πολυτελῆ σπίτια τῶν πλουσίων, ἀλλὰ μέσα στὸν στάβλο «εὑρήσετε βρέφος ἐσπαργανωμένον, κείμενον ἐν φάτνῃ». Κι’ ἐκεῖνοι, ποὺ ἦσαν ἄνθρωποι ἁπλοῖ μέν, ἀλλὰ μὲ βαθειὰ πίστη, ἄφησαν τὰ πρόβατά τους «καὶ ἦλθον σπεύσαντες, καὶ ἀνεῦρον τὴν τε Μαριὰμ καὶ τὸν Ἰωσὴφ καὶ τὸ βρέφος κείμενον ἐν τῇ φάτνῃ». Προσκύνησαν οἱ ποιμένες «καὶ ὑπέστρεψαν δοξάζοντες καὶ αἰνοῦντες τὸν Θεὸν ἐπὶ πᾶσιν οἷς ἤκουσαν καὶ εἶδον καθὼς ἐλαλήθη πρὸς αὐτούς» (Λουκᾶ β΄ 8-20).
-Δ-
            Ἐξ  ἄλλου, ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος ἐξιστορεῖ τὸν ἐρχομὸ ἀπὸ τὰ βάθη τῆς Ἀνατολῆς στὰ Ἱεροσόλυμα τῶν σοφῶν «Μάγων», δηλαδὴ Ἀστρονόμων ἐκείνου τοῦ καιροῦ, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ὁδηγηθῆ ἐκεῖ ἀπὸ ἕνα πολὺ φωτεινὸ ἀστέρι, ποὺ τὸ θεώρησαν σὰν θεϊκὸ σημάδι ὅτι γεννήθηκε ὁ Λυτρωτής, ποὺ χρόνια καὶ χρόνια τὸν περίμεναν. Ὁ βασιληᾶς Ἡρώδης, ὁ πονηρὸς καὶ αἱμοβόρος ἐκεῖνος ἡγεμόνας, ζήτησε ἀπὸ τοὺς Μάγους, ὅταν θὰ ἐπιστρέφουν γιὰ τὴν πατρίδα τους νὰ περάσουν πάλι ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα γιὰ νὰ τὸν πληροφορήσουν ποῦ ἀκριβῶς βρισκόταν τὸ «παιδίον», ὥστε νὰ πάῃ νὰ τὸ προσκυνήσῃ κι’ αὐτός, μὲ ἀπώτερο σκοπὸ νὰ τὸ φονεύσῃ. Ἀλλὰ οἱ Μάγοι ἀφοῦ πῆγαν στὴν Βηθλεέμ, ὁδηγούμενοι πάντοτε ἀπὸ τὸ ἀστέρι, προσκύνησαν τὸν Ἰησοῦν προσφέροντάς Του τὰ δῶρα τους «χρυσὸν καὶ λίβανον καὶ σμύρναν» (Ματθ. β΄ 1-11). Κατ’ ἐντολήν, ὅμως, τοῦ Θεοῦ ἐπέστρεψαν στὴν πατρίδα τους «δι’ ἄλλης ὁδοῦ». Ὁ δὲ Ἰωσήφ κατ’ ἐντολὴν τοῦ ἀγγέλου ἐπῆρε τὴν Μαριὰμ καὶ τὸ παιδίον καὶ ἔφυγαν βιαστικὰ γιὰ τὴν Αἴγυπτο. Γιατὶ ὁ Ἡρώδης «ἰδὼν ὅτι ἐνεπαίχθη ὑπὸ τῶν Μάγων ἐθυμώθη λίαν» καὶ διέταξε τὴν σφαγὴ τῶν νηπίων τῆς Βηθλεὲμ καὶ τῆς γύρω περιοχῆς ἀπὸ δύο ἐτῶν καὶ κάτω, «κατὰ τὸν χρόνον ὅν ἠκρίβωσε παρὰ τῶν μάγων», προκαλῶντας τὸν ἀβάσταχτο θρῆνο τῶν μητέρων, ποὺ ἔχαναν τόσο ξαφνικὰ καὶ βίαια τὰ παιδιά τους.
-Ε-
            Αὐτὰ τὰ γεγονότα γιορτάζουμε, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί. Ἄς τὰ γιορτάσουμε μὲ καθαρὲς καρδιές, μὲ θερμὴ πίστη καὶ μὲ ἀπέραντη ἀγάπη πρὸς τὸν Σωτῆρα Χριστό. Σὲ καιρούς, ὅπου ἐπικρατεῖ ἡ βία καὶ ἡ κακία, ἄς κάνουμε βίωμά μας τὸν ὕμνο τῶν ἀγγέλων «ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία». Ἄς ἀγαπήσουμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο μὲ ἄδολη χριστιανικὴ ἀγάπη, γιατὶ μόνο ἔτσι θ’ ἀλλάξῃ ὁ κόσμος. Αὐτὴ εἶναι ἡ εὐχὴ καὶ ἡ θερμὴ προσευχή μου.      
Διάπυρος πρὸς Χριστὸν εὐχέτης
Ο   ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
Δρυϊνουπλεως, Πωγωνιανς κα Κοντσης  Α Ν Δ Ρ Ε Α Σ